Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2007

Μικροοικονομική και μακροοικονομική

Ford Model T
Περισσότερα από 15 εκατομμύρια Ford Model T κατασκευάστηκαν μεταξύ του 1908 και του 1927. Ήταν το πρώτο αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε με μεθόδους μαζικής παραγωγής κι ήταν φτηνό, αξιόπιστο και με μικρό κόστος λειτουργίας. Έκανε το αυτοκίνητο προσιτό σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Η επιστήμη εξηγεί, Σαβάλλας 2006
Πολλοί οικονομολόγοι ειδικεύονται σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομικής. Η οικονομική της εργασίας πραγματεύεται τα ζητήματα της αγοράς και των μισθών εργασίας. Η αστική οικονομική ασχολείται με τη χρήση γης, τις μεταφορές, την κυκλοφοριακή συμφόρηση και τη στέγαση.
Δεν θα πρέπει να κατατάξουμε τους κλάδους της οικονομικής με κριτήριο το πεδίο ειδίκευσής τους. Μπορούμε όμως να κατατάξουμε τους κλάδους της οικονομικής σύμφωνα με την προσέγγιση που χρησιμοποιούμε.
Η μικροοικονομική ανάλυση εξετάζει λεπτομερώς τις αποφάσεις των ατόμων για συγκεκριμένα προϊόντα.
Για παράδειγμα,
εξετάζουμε γιατί ένα νοικοκυριό προτιμά ν' αγοράσει ένα αυτοκίνητο αντί για ένα ποδήλατο και πώς οι παραγωγοί αποφασίζουν αν θα παράγουν αυτοκίνητα ή ποδήλατα. Στη συνέχεια μπορούμε να ομαδοποιήσουμε τη συμπεριφορά όλων των νοικοκυριών κι όλων των επιχειρήσεων και να εξετάσουμε τις συνολικές αγορές και την συνολική παραγωγή αυτοκινήτων. Συγκρίνοντας την αγορά αυτή με την αγορά ποδηλάτων, μπορούμε ν' αναλύσουμε τη σχετική τιμή των αυτοκινήτων και των ποδηλάτων και το σχετικό προϊόν αυτών των δύο αγαθών.
Ο σύγχρονος κλάδος της μικροοικονομικής, η θεωρία της γενικής ισορροπίας , επεκτείνει την προσέγγιση αυτή στις λογικές της συνέπειες. Εξετάζει ταυτόχρονα κάθε αγορά για κάθε εμπόρευμα. Μ' αυτόν τον τρόπο ελπίζουμε να κατανοήσουμε πλήρως τα πρότυπα κατανάλωσης, παραγωγής κι ανταλλαγής στην οικονομία σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Το ζήτημα φαίνεται αρκετά πολύπλοκο και πράγματι είναι.
Είναι εύκολο να χάσουμε επαφή με τα φαινόμενα που εξετάζουμε. Αυτό που είναι ενδιαφέρον στην οικονομική και που προσδίδει τα χαρακτηριστικά τέχνης στην οικονομική επιστήμη, είναι η επινόηση λογικών απλουστεύσεων που καθιστούν την ανάλυση εύχρηστη χωρίς να παραποιούν σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα. Σ' αυτό το σημείο ακριβώς η μικροοικονομική και η μακροοικονομική ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους.
Η μικροοικονομική προσφέρει λεπτομερή ανάλυση μιας άποψης της οικονομικής συμπεριφοράς χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις αλληλεπιδράσεις με την υπόλοιπη οικονομία, ώστε να κρατήσει την ανάλυση σε απλό επίπεδο.
Η μικροοικονομική ανάλυση
των μισθών των ποδοσφαιριστών δίνει έμφαση στα χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών και στη δυνατότητα των ποδοσφαιρικών σωματείων να πληρώσουν τους μισθούς αυτούς. Αυτό το επίπεδο ανάλυσης δεν ασχολείται με την αλυσίδα των έμμεσων επιπτώσεων που θα είχε η αύξηση των μισθών των ποδοσφαιριστών ( όπως π.χ. υψηλότερες τιμές πολυτελών κατοικιών που οδηγούν σε άνθηση της κατασκευής πισινών ). Όταν η μικροοικονομική ανάλυση δεν εξετάζει αυτές τις έμμεσα προκαλούμενες επιπτώσεις, ονομάζεται μερική ανάλυση.
Στις περιπτώσεις που οι έμμεσες επιπτώσεις δεν είναι τόσο σημαντικές, οι οικονομολόγοι λογικά μπορούν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στη λεπτομερή ανάλυση συγκεκριμένων κλάδων ή δραστηριοτήτων. Στις περιπτώσεις όμως που οι έμμεσες επιπτώσεις είναι πολύ σημαντικές για να τις αγνοήσουμε, θα πρέπει να επιλέξουμε εναλλακτικές μεθόδους ανάλυσης.
Η μακροοικονομική εξετάζει τις αλληλεπιδράσεις στην οικονομία συνολικά. Απλοποιεί σκόπιμα τις επιμέρους αναλυτικές ενότητες προκειμένου να εξασφαλίσει την εύχρηστη ανάλυση των συνολικών αλληλεπιδράσεων της οικονομίας.
.
Κόμβος Κηφισίας με την Αττική οδό
ΘΕΑΘΗΝΑΙ, Θανάσης Σταυράκης – Κυριάκος Μαντούβαλος
Ποταμός 2007
Για παράδειγμα, οι μακροοικονομολόγοι τυπικά δεν ενδιαφέρονται για τη διάκριση των καταναλωτικών αγαθών σε αυτοκίνητα, ποδήλατα, τηλεοράσεις και βίντεο. Τα αντιμετωπίζουν ως ένα καλάθι που το ονομάζουν " καταναλωτικά αγαθά " , επειδή ενδιαφέρονται περισσότερο για την ανάλυση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των αγορών καταναλωτικών αγαθών από τα νοικοκυριά και των αποφάσεων των επιχειρήσεων για αγορές μηχανημάτων και κτιρίων.
Επειδή αυτές οι μακροοικονομικές έννοιες
αναφέρονται στην οικονομία ως σύνολο, απασχολούν συχνότερα τα ΜΜΕ απ' ότι οι μικροοικονομικές έννοιες οι οποίες ενδιαφέρουν περισσότερο αυτούς που ανήκουν σε μια συγκεκριμένη ομάδα.
Ας δούμε τώρα τρεις βασικές έννοιες .
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ( ΑΕΠ ) είναι η αξία όλων των αγαθών κι υπηρεσιών που παράγονται στην οικονομία σε μια δεδομένη χρονική περίοδο.
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001,
οι άνθρωποι ανησυχούσαν ότι η παγκόσμια οικονομία μπορεί ν' αντιμετώπιζε ύφεση.
Κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης, το ΑΕΠ μειώνεται ή μεγεθύνεται με πολύ αργούς ρυθμούς.
Το γενικό επίπεδο τιμών είναι το μέτρο του μέσου επιπέδου τιμών των αγαθών κι υπηρεσιών της οικονομίας.
Δεν υπάρχει λόγος
οι τιμές διαφορετικών αγαθών να κινούνται πάντα με τον ίδιο τρόπο. Το γενικό επίπεδο τιμών μας δείχνει τι συμβαίνει κατά μέσο όρο στις τιμές.
Όταν το επίπεδο τιμών ανεβαίνει, λέμε ότι η οικονομία παρουσιάζει πληθωρισμό.
Το ποσοστό ανεργίας είναι το μέρος του εργατικού δυναμικού που δεν εργάζεται.
Στο εργατικό δυναμικό
περιλαμβάνονται όλα τα άτομα που είναι σε ηλικία εργασίας, τα οποία έχουν ή θέλουν μια δουλειά. Κάποιοι πλούσιοι, τεμπέληδες ή άρρωστοι, αν και είναι σε ηλικία εργασίας, δεν έχουν πρόθεση να εργαστούν. Δεν περιλαμβάνονται συνεπώς στο εργατικό δυναμικό και δεν θα πρέπει να θεωρούνται άνεργοι.
Η κοινωνία δεν επιθυμεί τον πληθωρισμό και την ανεργία.
Στην δεκαετία του ' 70,
οι πετρελαϊκές κρίσεις κι η υπερβάλλουσα δημιουργία χρήματος οδήγησαν σε υψηλό πληθωρισμό. Από τότε ο πληθωρισμός υποχώρησε, η ανεργία όμως αυξήθηκε. Το 2000, τόσο ο πληθωρισμός όσο και η ανεργία είχαν πέσει πάλι σε χαμηλά επίπεδα. Παρ' όλ' αυτά, το 2001 ξεπρόβαλε μια νέα παγκόσμια ύφεση.
Οι μακροοικονομολόγοι προσπαθούν να καταλάβουν τι προκαλεί αυτές τις διακυμάνσεις.
Πηγές στοιχείων : David Begg, Εισαγωγή στην οικονομική, Τόμοι 2, Κριτική 2006 καθώς και τα βιβλία που ήδη αναφέρθηκαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: